Αναδημοσιευση από την εφημερίδα των συντακτών
Στον Μεσοπόλεμο προσφιλές θέμα συζήτησης των Ελλήνων διανοουμένων ήταν η δυσκολία της χώρας να κάνει τα προσδοκώμενα βήματα, να εκ-δυτικισθεί, να εκσυγχρονισθεί. Φιλελεύθεροι και συντηρητικοί την απέδιδαν στον «χαρακτήρα» του Ελληνα. Ο Ελληνας, σημείωναν, έχει πολλές αρετές, είναι προικισμένος, αλλά ατομιστής. Ο ατομισμός του, σημάδι φυλετικό, δεν του επιτρέπει να ενεργήσει συλλογικά, να πειθαρχήσει, να συμμορφωθεί στους νόμους. Η συλλογιστική αποτυπώνεται παραδειγματικά στην εισηγητική έκθεση των εκπαιδευτικών νομοσχεδίων του 1929, έργο βενιζελικών διανοούμενων.
Το ζήτημα τίθεται πάλι σήμερα σε συνθήκες βαθιάς κρίσης. Μετά από μία περίοδο έντονων διαμαρτυριών και διεκδικήσεων, οι πλατείες είναι σχεδόν άδειες. Οχι πως δεν έγινε κάτι: ενώσεις, «λαϊκές συνελεύσεις», ακόμη και «Εφημερίδα των Μικρών Συντακτών» στη βόρεια Ελλάδα. Οχι όμως αρκετά για να αντισταθμιστεί η τεράστια κρίση, για να μην αναπαραχθούν πελατειακές πρακτικές που συνεχίζουν να μας ταλανίζουν.
Το θέμα του ατομισμού αποτέλεσε προσφιλές ζήτημα στους θεμελιωτές της κοινωνιολογίας. Υποστήριξαν, λίγο πολύ, ότι οι παραδοσιακές αγροτικές κοινωνίες διέπονταν από μηχανικές μορφές αλληλεγγύης και ατομιστικές συμπεριφορές σε αντίθεση με τις νεωτερικές που ήταν πιο ατομιστικές και παράλληλα ανέπτυσσαν πιο εμπρόθετες μορφές αλληλεγγύης. Αλλιώς, το να θέλεις να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα από το να χαρείς όσο μεγαλώνει δεν είναι φυλετικό αλλά πολιτισμικό χαρακτηριστικό.
Ο ατομισμός, συνεπώς, δεν είναι φυλετικό χαρακτηριστικό. Χαρακτηρίζει κυρίως τις παραδοσιακές κοινωνίες και ξεπερνιέται υπό προϋποθέσεις. Τόσο η Εθνική Αντίσταση στη γερμανο-ιταλική κατοχή όσο και η μεταπολίτευση του 1974 συνιστούν δύο ξεχωριστές στιγμές συλλογικής οργάνωσης. Στην πρώτη περίπτωση μεγάλος μέρος των Ελλήνων δίνει συλλογικά τη μάχη της απελευθέρωσης και της επιβίωσης. Στη δεύτερη, όλοι οι δείκτες συλλογικής οργάνωσης αγγίζουν υψηλά ποσοστά για τα ελληνικά δεδομένα.
Εθνική Αντίσταση και μεταπολίτευση συνιστούν, βέβαια, δύο ιδιαίτερες ιστορικές στιγμές, αντιπροσωπεύουν αυτό που οι κοινωνιολόγοι αποκαλούν εξαιρετικές καταστάσεις. Ακόμη όμως κι έτσι έχουν ιδιαίτερη σημασία. Καταδεικνύουν ότι αυτό που λεγόταν στον μεσοπόλεμο, και λέγεται και σήμερα, περί του ατομισμού ως φυλετικού χαρακτηριστικού του Ελληνα, είναι ένα ελαφρύ ιδεολόγημα. Από την άλλη πλευρά, γνωρίζουμε ότι τα εξαιρετικά συμβάντα και οι εμπειρίες των ανθρώπων έχουν πολλαπλή αξία. Καταγράφονται ως βιώματα και ως συλλογική μνήμη και επηρεάζουν τη δράση των μεταγενεστέρων. Διόλου λοιπόν τυχαίο που η πρόσληψη των συμβάντων αυτών διαμεσολαβείται από την ιδεολογία μας.
Ενάντια στις διάφορες ρομαντικές προσεγγίσεις, φιλελεύθερες και σοσιαλιστικές, αναλυτές τόσο διαφορετικοί όπως ο Χίρσμαν και ο Ολσον, έδειξαν ότι η συλλογική οργάνωση δεν είναι καθόλου εύκολη. Απαιτεί χρόνο και ενέργεια, ενέχει πάντα το στοιχείο της εξουσίας και του συμφέροντος. Μπορεί όμως υπό προϋποθέσεις να επιτευχθεί και να παραγάγει αποτελέσματα. Να λειτουργήσει ως μηχανισμός αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας, ως τρόπος συμβίωσης αλλά και ως εργαλείο για την απόκρουση πελατειακών πρακτικών.
Αναφερόμενες στις στάσεις και στις πρακτικές, πολιτικές και κοινωνικές, των Νεοελλήνων ο Νίκος Σιδέρης κάνει λόγο για διπλό δεσμό. Συμφωνούμε ότι η πολιτική των μνημονίων είναι ολέθρια αλλά φοβόμαστε ότι η υιοθέτηση μιας άλλης πολιτικής μπορεί να αποβεί ακόμη πιο επώδυνη. Γι” αυτό, υποστηρίζει, και η σχετική παγωμάρα που φαντάζει ως απάθεια. Μπορεί να ξεπεραστεί;
Η μαζική κινητοποίηση προϋποθέτει την εμπιστοσύνη. Αυτή επιτρέπει το άνοιγμα στον άλλο και την ανάληψη κοινής δράσης. Εδώ οι σχετικοί δείκτες είναι αποκαρδιωτικοί. Είμαστε δύσπιστοι, για λόγους που δεν είναι του παρόντος, σε όλους και σε όλα, απρόθυμοι να ακούσουμε τον άλλο και να ενεργήσουμε από κοινού. Αιτούμενο συνεπώς είναι η οικοδόμηση εμπιστοσύνης.
Η εμπιστοσύνη προϋποθέτει την προσέγγιση του άλλου, το άκουσμά του, ώστε να είναι δυνατή η ανταλλαγή, η αλληλόδραση, η συνέργεια. Προαπαιτούμενο γι” αυτό είναι η σαφήνεια και η καθαρότητα του εκπεμπόμενου μηνύματος και η συνάφεια λόγων και έργων. Με δεδομένη την κοινωνική πολυπλοκότητα και τη διαφορετικότητα των καθημερινών ρυθμών στις μέρες μας ούτε το ένα ούτε το άλλο είναι εύκολο. Είναι όμως και τα δύο αναγκαία για τη σύναψη δεσμών εμπιστοσύνης που θα καταστήσουν δυνατή την επικοινωνία ανάμεσα στα δύο μέρη και θα μας κάνουν δεκτικότερους στο μήνυμα του συνομιλητή. Αυτό προφανώς δεν είναι ζήτημα μόνον ακτιβισμού. Είναι και καθαρού λόγου και ανάλογων πρακτικών. Μόνον έτσι το μήνυμα θα έχει αξία και θα συμβάλει στην υπέρβαση του διπλού δεσμού.
Στον Μεσοπόλεμο προσφιλές θέμα συζήτησης των Ελλήνων διανοουμένων ήταν η δυσκολία της χώρας να κάνει τα προσδοκώμενα βήματα, να εκ-δυτικισθεί, να εκσυγχρονισθεί. Φιλελεύθεροι και συντηρητικοί την απέδιδαν στον «χαρακτήρα» του Ελληνα. Ο Ελληνας, σημείωναν, έχει πολλές αρετές, είναι προικισμένος, αλλά ατομιστής. Ο ατομισμός του, σημάδι φυλετικό, δεν του επιτρέπει να ενεργήσει συλλογικά, να πειθαρχήσει, να συμμορφωθεί στους νόμους. Η συλλογιστική αποτυπώνεται παραδειγματικά στην εισηγητική έκθεση των εκπαιδευτικών νομοσχεδίων του 1929, έργο βενιζελικών διανοούμενων.
Το ζήτημα τίθεται πάλι σήμερα σε συνθήκες βαθιάς κρίσης. Μετά από μία περίοδο έντονων διαμαρτυριών και διεκδικήσεων, οι πλατείες είναι σχεδόν άδειες. Οχι πως δεν έγινε κάτι: ενώσεις, «λαϊκές συνελεύσεις», ακόμη και «Εφημερίδα των Μικρών Συντακτών» στη βόρεια Ελλάδα. Οχι όμως αρκετά για να αντισταθμιστεί η τεράστια κρίση, για να μην αναπαραχθούν πελατειακές πρακτικές που συνεχίζουν να μας ταλανίζουν.
Το θέμα του ατομισμού αποτέλεσε προσφιλές ζήτημα στους θεμελιωτές της κοινωνιολογίας. Υποστήριξαν, λίγο πολύ, ότι οι παραδοσιακές αγροτικές κοινωνίες διέπονταν από μηχανικές μορφές αλληλεγγύης και ατομιστικές συμπεριφορές σε αντίθεση με τις νεωτερικές που ήταν πιο ατομιστικές και παράλληλα ανέπτυσσαν πιο εμπρόθετες μορφές αλληλεγγύης. Αλλιώς, το να θέλεις να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα από το να χαρείς όσο μεγαλώνει δεν είναι φυλετικό αλλά πολιτισμικό χαρακτηριστικό.
Ο ατομισμός, συνεπώς, δεν είναι φυλετικό χαρακτηριστικό. Χαρακτηρίζει κυρίως τις παραδοσιακές κοινωνίες και ξεπερνιέται υπό προϋποθέσεις. Τόσο η Εθνική Αντίσταση στη γερμανο-ιταλική κατοχή όσο και η μεταπολίτευση του 1974 συνιστούν δύο ξεχωριστές στιγμές συλλογικής οργάνωσης. Στην πρώτη περίπτωση μεγάλος μέρος των Ελλήνων δίνει συλλογικά τη μάχη της απελευθέρωσης και της επιβίωσης. Στη δεύτερη, όλοι οι δείκτες συλλογικής οργάνωσης αγγίζουν υψηλά ποσοστά για τα ελληνικά δεδομένα.
Εθνική Αντίσταση και μεταπολίτευση συνιστούν, βέβαια, δύο ιδιαίτερες ιστορικές στιγμές, αντιπροσωπεύουν αυτό που οι κοινωνιολόγοι αποκαλούν εξαιρετικές καταστάσεις. Ακόμη όμως κι έτσι έχουν ιδιαίτερη σημασία. Καταδεικνύουν ότι αυτό που λεγόταν στον μεσοπόλεμο, και λέγεται και σήμερα, περί του ατομισμού ως φυλετικού χαρακτηριστικού του Ελληνα, είναι ένα ελαφρύ ιδεολόγημα. Από την άλλη πλευρά, γνωρίζουμε ότι τα εξαιρετικά συμβάντα και οι εμπειρίες των ανθρώπων έχουν πολλαπλή αξία. Καταγράφονται ως βιώματα και ως συλλογική μνήμη και επηρεάζουν τη δράση των μεταγενεστέρων. Διόλου λοιπόν τυχαίο που η πρόσληψη των συμβάντων αυτών διαμεσολαβείται από την ιδεολογία μας.
Ενάντια στις διάφορες ρομαντικές προσεγγίσεις, φιλελεύθερες και σοσιαλιστικές, αναλυτές τόσο διαφορετικοί όπως ο Χίρσμαν και ο Ολσον, έδειξαν ότι η συλλογική οργάνωση δεν είναι καθόλου εύκολη. Απαιτεί χρόνο και ενέργεια, ενέχει πάντα το στοιχείο της εξουσίας και του συμφέροντος. Μπορεί όμως υπό προϋποθέσεις να επιτευχθεί και να παραγάγει αποτελέσματα. Να λειτουργήσει ως μηχανισμός αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας, ως τρόπος συμβίωσης αλλά και ως εργαλείο για την απόκρουση πελατειακών πρακτικών.
Αναφερόμενες στις στάσεις και στις πρακτικές, πολιτικές και κοινωνικές, των Νεοελλήνων ο Νίκος Σιδέρης κάνει λόγο για διπλό δεσμό. Συμφωνούμε ότι η πολιτική των μνημονίων είναι ολέθρια αλλά φοβόμαστε ότι η υιοθέτηση μιας άλλης πολιτικής μπορεί να αποβεί ακόμη πιο επώδυνη. Γι” αυτό, υποστηρίζει, και η σχετική παγωμάρα που φαντάζει ως απάθεια. Μπορεί να ξεπεραστεί;
Η μαζική κινητοποίηση προϋποθέτει την εμπιστοσύνη. Αυτή επιτρέπει το άνοιγμα στον άλλο και την ανάληψη κοινής δράσης. Εδώ οι σχετικοί δείκτες είναι αποκαρδιωτικοί. Είμαστε δύσπιστοι, για λόγους που δεν είναι του παρόντος, σε όλους και σε όλα, απρόθυμοι να ακούσουμε τον άλλο και να ενεργήσουμε από κοινού. Αιτούμενο συνεπώς είναι η οικοδόμηση εμπιστοσύνης.
Η εμπιστοσύνη προϋποθέτει την προσέγγιση του άλλου, το άκουσμά του, ώστε να είναι δυνατή η ανταλλαγή, η αλληλόδραση, η συνέργεια. Προαπαιτούμενο γι” αυτό είναι η σαφήνεια και η καθαρότητα του εκπεμπόμενου μηνύματος και η συνάφεια λόγων και έργων. Με δεδομένη την κοινωνική πολυπλοκότητα και τη διαφορετικότητα των καθημερινών ρυθμών στις μέρες μας ούτε το ένα ούτε το άλλο είναι εύκολο. Είναι όμως και τα δύο αναγκαία για τη σύναψη δεσμών εμπιστοσύνης που θα καταστήσουν δυνατή την επικοινωνία ανάμεσα στα δύο μέρη και θα μας κάνουν δεκτικότερους στο μήνυμα του συνομιλητή. Αυτό προφανώς δεν είναι ζήτημα μόνον ακτιβισμού. Είναι και καθαρού λόγου και ανάλογων πρακτικών. Μόνον έτσι το μήνυμα θα έχει αξία και θα συμβάλει στην υπέρβαση του διπλού δεσμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου