Σύμφωνα με τη μελέτη που εκπόνησε το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ (Καψάλης κ.α., 2020) και η οποία αφορά στην περίοδο πριν την πανδημία, στον καιρό της ασθενικής ανάκαμψης (2017-2019), η παραβίαση της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας είναι ένα εξαιρετικά διαδεδομένο φαινόμενο στον κλάδο του επισιτισμού και του τουρισμού.
Σχεδόν έξι στους δέκα εργαζομένους (πλήρους ή μερικής απασχόλησης) απασχολούνται συχνά καθ’ υπέρβαση του δηλωμένου χρόνου εργασίας, χωρίς οι επιπλέον ημέρες ή/και ώρες εργασίας να δηλώνονται στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ.
* Παράλληλα, ένας στους τρεις εργαζομένους επισημαίνει ότι στην πραγματικότητα εργάζεται εξαρχής με καθεστώς πλήρους απασχόλησης, η οποία δηλώνεται εικονικά ως μερική ή εκ περιτροπής εργασία.
Ειδικότερα για τον επισιτισμό, το ποσοστό πλήρους αδήλωτης εργασίας ξεπερνά το 14%, ενώ η υποδηλωμένη εργασία τείνει ν’ αποτελεί τον κανόνα, εφόσον σχεδόν επτά στους δέκα εργαζομένους στον επισιτισμό εργάζονται συστηματικά ή συχνά για επιπλέον αδήλωτες ημέρες και οκτώ στους δέκα για επιπλέον αδήλωτες ώρες. Οι μισοί εργαζόμενοι στον επισιτισμό προσλαμβάνονται με σκοπό την πλήρη απασχόληση, αλλά η εργασιακή σχέση δηλώνεται εικονικά ως μερικής ή εκ περιτροπής εργασίας. Περισσότεροι από τους μισούς εργαζομένους στον επισιτισμό ασκούν καθήκοντα ή ειδικότητα διαφορετικά από τα συμφωνημένα.
Συγκεκριμένα για τον τουρισμό, το ποσοστό πλήρως αδήλωτης εργασίας, περίπου 10%, κρίνεται επίσης υψηλό. Υψηλά ποσοστά παραβατικότητας σε ό,τι αφορά το σύνολο των εργαζομένων στον τουρισμό εντοπίζονται στις περιπτώσεις α) των επιπλέον αδήλωτων ημερών ή ωρών εργασίας και β) της πιθανότητας μη καταβολής αποζημίωσης για την αδήλωτη υπερεργασία. Τέσσερις στους δέκα εργαζομένους στον τουρισμό αναλαμβάνουν καθήκοντα διαφορετικά από την ειδικότητα η οποία έχει συμφωνηθεί.
Τα υψηλά ποσοστά παραβατικότητας σε μεγάλες επιχειρήσεις, άνω των 100 και δη άνω των 200 εργαζομένων, της τάξης του 13,07% και 17,29% για τον επισιτισμό και τον τουρισμό αντίστοιχα, καταρρίπτουν τη διαδεδομένη άποψη ότι στις καλά οργανωμένες και μεγάλες επιχειρήσεις η παραβίαση της εργατικής νομοθεσίας αποτελεί σπάνιο ή περιορισμένο φαινόμενο. Τέλος, τρεις στους δέκα εργαζομένους και στους δύο κλάδους γνωρίζουν μεγάλες καθυστερήσεις στην καταβολή των αποδοχών.
Πολυπαραγοντικό φαινόμενο μιας νέας κουλτούρας παράτυπης απασχόλησης
Τέσσερις είναι οι βασικοί παράγοντες γι' αυτή την εκτεταμένη ανομία στους χώρους δουλειάς. Πρώτον, η εργοδοτική μονομερής επιβολή σε ό,τι αφορά οκτώ στις δέκα περιπτώσεις, ενώ πάνω από ένας στους τρεις εργαζομένους που δήλωσαν ότι αποδέχτηκαν ή πρότειναν πρακτικές παραβατικότητας θεωρεί ότι στην πράξη δεν είχε άλλη επιλογή είτε για να βρει είτε για να διατηρήσει τη δουλειά του.
Δεύτερον, από τους εργαζομένους που συναίνεσαν σε πρακτικές μη συμμόρφωσης προκύπτει ότι οι μισοί προκρίνουν την αποφυγή καταβολής εισφορών και φόρων, ώστε να αυξήσουν το άμεσο εισόδημα του ατομικού τους προϋπολογισμού (55%), ιδίως επειδή θεωρούν ιδιαίτερα χαμηλό το καθαρό ποσοστό που εισπράττουν το (50%). Διευρυμένη φαίνεται, τρίτον, η έλλειψη εμπιστοσύνης στο έργο των ελεγκτικών μηχανισμών και στην ικανότητά τους να δράσουν κατασταλτικά και προληπτικά / αποτρεπτικά. Τέταρτον, από την απορρέουσα εν γένει απαξίωση των θεσμών κοινωνικής προστασίας προκύπτει ότι η μεν παραβατικότητα υποσκάπτει τα αναγκαία οικονομικά μέσα άσκησης κοινωνικοασφαλιστικής πολιτικής, η δε ανεπαρκής κοινωνικοασφαλιστική προστασία συμβάλλει εμμέσως στην αποφυγή εισφορών.
Δείτε εδώ το άρθρο της Αυγής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου