Αναρωτιούνται πολλοί
στο Υπουργείο Εργασίας για ποιο λόγο, εν μέσω της μεγαλύτερης
υγειονομικής κρίσης που έχει γνωρίσει μέχρι σήμερα η χώρα, η πολιτική
ηγεσία του Υπουργείου ουσιαστικά καταργεί χωρίς να προηγηθεί η όποια συζήτηση το θεσμικό πλαίσιο που αφορά
τους γιατρούς εργασίας.
Με αφορμή τον covid-19 στο δέκατο τρίτο άρθρο της 20-03-2020 ΠΝΠ (ΦΕΚ Α’ 68)
ψηφίστηκε διάταξη του Υπουργείου Εργασίας με την οποία καταργείται
πλέον η διάκριση μεταξύ των ειδικών ιατρών εργασίας (υπάρχει ειδικότητα
συγκεκριμένη στην ιατρική) και των κατ’ εξαίρεση ιατρών ασκούντων
καθήκοντα ιατρού εργασίας ιατρών (που περιλαμβάνονται σε έναν ειδικό
κατάλογο και είχαν παλαιότερα εργαστεί σε επιχειρήσεις ως ιατροί
εργασίας). Με την ίδια διάταξη καταργούνται και όλες οι προηγούμενες
αποφάσεις καταστρατηγείται δηλαδή όλο το
ισχύον κανονιστικό πλαίσιο που αφορά τους ιατρούς εργασίας αφήνοντας το
κρίσιμο αυτό πεδίο σε περίοδο υγειονομικής κρίσης εντελώς αρρύθμιστο.
Σύμφωνα με την
προηγουμένως ισχύουσα νομοθεσία ο εργοδότης ήταν υποχρεωμένος να
προσλάβει για τις υπηρεσίες ιατρού εργασίας, ειδικό ιατρό εργασίας κατά
προτεραιότητα και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις μπορούσε να προσλάβει
ιατρό άλλης ειδικότητας από τον ειδικό κατάλογο. Επιπλέον ο ειδικός
ιατρός εργασίας είχε δυνατότητα να εργαστεί σε όλη την επικράτεια, ενώ ο
ιατρός άλλης ειδικότητας που ασκεί κατ’ εξαίρεση καθήκοντα ιατρού
εργασίας, μόνο εντός του τοπικού ιατρικού συλλόγου που ανήκε.
Εδώ να θυμίσουμε ότι σύμφωνα με τις διατάξεις τις υπ’ αρ. Υ7α/ΓΠ.οικ.112498/18.08.2009
ΚΥΑ (Β’ 1775), που με την ΠΝΠ καταργήθηκαν, εξασφαλιζόταν ότι οι
ασκούντες καθήκοντα ιατρού εργασίας είχαν τα προσόντα για την άσκηση
του έργου τους αφού για να αποκτήσουν αυτή την ειδικότητα όφειλαν να
συμπληρώσουν τα γνωστικά αντικείμενα της ειδικότητας της Ιατρικής της
Εργασίας, τα οποία δεν ήταν κοινά με τη βασική τους ειδικότητα και να
δώσουν εξετάσεις για την απόκτηση της ειδικότητας ώστε να έχουν δικαίωμα
άσκησης καθηκόντων Ιατρού Εργασίας. Επίσης σύμφωνα με τον κώδικα
ιατρικής δεοντολογίας ο κάθε ιατρός πρέπει να ασκεί αποκλειστικά και
μόνο, μια ειδικότητα.
Σήμερα ο αριθμός των
ειδικών ιατρών εργασίας είναι περίπου 160 ενώ των ιατρών άλλων
ειδικοτήτων του ειδικού καταλόγου περίπου 600. Όπως γίνεται αντιληπτό, η
εξίσωση στην πρόσληψη τους καταργεί ουσιαστικά την ειδικότητα της
ιατρικής της εργασίας καθώς κανένας δεν έχει λόγο να μπει στην επίπονη
και χρονοβόρα διαδικασία απόκτησης της ειδικότητας του γιατρού εργασίας
με σκοπό την πραγματική διασφάλιση τις συνθήκες υγείας των εργαζομένων!
Ποιος κερδίζει από
την κάλυψη των θέσεων γιατρού εργασίας από μη ειδικευμένους στο
αντικείμενο γιατρούς; Σίγουρα όχι η υγεία και η ασφάλεια των ίδιων των
εργαζομένων και κατ’ επέκταση η δημόσια υγεία.
Δεν μπορούμε όμως να
πούμε το ίδιο και για το καρτέλ λίγων εταιρειών (ΕΞΥΠΠ) που
εμπορεύονται τεχνικούς ασφαλείας και ιατρούς εργασίας. Για αυτούς, η
διάταξη τους προμηθεύει με φτηνά εργατικά χέρια, σε εξευτελιστικές τιμές
για επιστήμονες, καθεστώς που ισχύει ήδη για τους τεχνικούς ασφαλείας.
Εδώ το σχετικό άρθρο της ΠΝΠ για τους κακόπιστους.
*Άρθρο δέκατο τρίτο. ΠΝΠ 20-03-2020 (ΦΕΚ Α 68) Διατάξεις για την άσκηση καθηκόντων ιατρού εργασίας σε επιχειρήσεις
- Το άρθρο 16 του κώδικα νόμων για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων (ΚΝΥΑΕ) που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3850/2010 (Α΄ 84) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 16
Προσόντα ιατρού εργασίας
- Καθήκοντα ιατρού εργασίας μπορούν να ασκούν:
α) Οι ιατροί που κατέχουν την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας,
β) Οι ιατροί που κατέχουν τίτλο
οιασδήποτε ειδικότητας, πλην της ιατρικής της εργασίας, και έχουν
εκτελέσει καθήκοντα ιατρού εργασίας σε επιχειρήσεις προ της 15ης Μαΐου
2009,
γ) Οι ιατροί χωρίς ειδικότητα οι οποίοι
έχουν ασκήσει καθήκοντα ιατρού εργασίας σε επιχειρήσεις συνεχώς επί επτά
(7) τουλάχιστον έτη μέχρι και τις 15 Μαΐου 2009.
- Οι ιατροί της παρ. 1 μπορούν να ασκούν καθήκοντα ιατρού εργασίας σε όλες τις περιφέρειες ιατρικών συλλόγων της χώρας, χωρίς άδεια των συλλόγων αυτών.
- Ο ιατρός εργασίας υπάγεται απευθείας στη διοίκηση της επιχείρησης».
- Κανονιστικές πράξεις που έχουν εκδοθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας κατ’ εφαρμογή της διάταξης που αντικαθίσταται με την παρ. 1 παύουν να ισχύουν.
- Η υπ’ αρ. Υ7α/ΓΠ.οικ.112498/18.08.2009 κοινή υπουργική απόφαση (Β’ 1775) καταργείται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου